Κατατέθηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο «Ασφαλιστική μεταρρύθμιση για τη νέα γενιά» του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας της δημόσιας διαβούλευσης. Την επόμενη εβδομάδα θα εισαχθεί προς συζήτηση στις αρμόδιες Επιτροπές της Βουλής και θα τεθεί σε ψηφοφορία στην Ολομέλεια της Βουλής μετά τις θερινές διακοπές. Όπως υποδηλώνεται και από τον τίτλο του νομοσχεδίου, είναι μια μεταρρύθμιση για τους νέους, που επιχειρεί να ανατρέψει την πεποίθηση των περισσοτέρων ότι «δεν θα πάρουν ποτέ σύνταξη». Ακολουθεί μοντέλα που εφαρμόζονται εδώ και δεκαετίες σε πληθώρα ευρωπαϊκών χωρών και εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε σημαντικά υψηλότερες επικουρικές συντάξεις για τους νέους ασφαλισμένους, χωρίς να επηρεάζονται ούτε οι παλιοί ασφαλισμένοι, ούτε ασφαλώς οι σημερινοί συνταξιούχοι.
Κεντρική ιδέα του νέου συστήματος είναι η εισαγωγή στοιχείων κεφαλαιοποιητικού συστήματος στις επικουρικές συντάξεις για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας (από 1/1/2022) και εθελοντικά για μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους έως 35 ετών. Στηρίζεται στη λογική της υιοθέτησης του «ατομικού κουμπαρά». Αντί δηλαδή οι εισφορές των νέων να μπαίνουν σε έναν γενικό «κορβανά» και να χρησιμοποιούνται για την πληρωμή της επικουρικής σύνταξης των σημερινών συνταξιούχων, θα αποταμιεύονται και θα επενδύονται, «χτίζοντας» ένα αποθεματικό από το οποίο θα πληρωθούν οι μελλοντικές τους συντάξεις.
Το αποθεματικό αυτό το θα το διαχειρίζεται ένας νέο δημόσιο ταμείο, το ΤΕΚΑ, που θα επενδύει τις αποταμιεύσεις και το οποίο θα υπόκειται σε αυστηρή κρατική εποπτεία. Οι νέοι ασφαλισμένοι θα μπορούν να επιλέξουν μεταξύ τριών επενδυτικών προφίλ, του «συντηρητικού», του «ισορροπημένου» και του «επιθετικού», με δυνατότητα αλλαγής ανά πενταετία. Με τον τρόπο αυτό θα αποκτήσουν περισσότερο έλεγχο πάνω στη σύνταξή τους και το ύψος της.
Η Ελλάδα προχωρά έτσι με καθυστέρηση στον δρόμο που έχουν ακολουθήσει ήδη πολλές ανεπτυγμένες χώρες, ως απάντηση στην επίπτωση που έχουν οι δημογραφικές τάσεις στα συνταξιοδοτικά τους συστήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ πάνω από το 50% του εργατικού δυναμικού καλύπτεται συμπληρωματικά από κάποιο κεφαλαιοποιητικό πρόγραμμα ασφάλισης. Σε χώρες όπως η Σουηδία, η Φινλανδία, η Ολλανδία, η Δανία, το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτονται από κεφαλαιοποιητικά συνταξιοδοτικά προγράμματα υπερβαίνει το 80%
Υψηλότερες επικουρικές συντάξεις για τους νέους
Από τις μελέτες και προβολές που έχουν πραγματοποιηθεί προέκυψε ότι το νέο σύστημα μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικά υψηλότερες επικουρικές συντάξεις. Για παράδειγμα, η μηνιαία επικουρική σύνταξη εργαζόμενου που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό (650 ευρώ) και διαθέτει 40 χρόνια ασφάλισης διαμορφώνεται με το υφιστάμενο σύστημα στα 153 ευρώ. Με το νέο κεφαλαιοποητικό σύστημα η σύνταξη μπορεί να ανέλθει στα 219 ευρώ, να αυξηθεί δηλαδή κατά 43%, εάν επιτευχθούν αποδόσεις ίσως με τον μέσο όρο των κεφαλαιοποιητικών συνταξιοδοτικών συστημάτων των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ. Μπορεί δε να αυξηθεί ακόμα περισσότερο, στα 257 ευρώ (+68% σε σχέση με το υφιστάμενο σύστημα) εάν επιτευχθούν αποδόσεις ίσες με τη μέση ετήσια απόδοση των αποθεματικών του ΕΦΚΑ που διαχειρίζεται το Μικτό Αμοιβαίο Κεφαλαίο της ΑΕΔΑΚ Ασφαλιστικών Οργανισμών.
Διπλή δικλείδα ασφαλείας
Υπογραμμίζεται ότι στο νέο σύστημα επικουρικής ασφάλισης έχει προβλεφθεί διπλή δικλείδα ασφαλείας.
1. Όσον αφορά στους σημερινούς συνταξιούχους, από την προωθούμενη μεταρρύθμιση δεν επηρεάζεται ούτε η καταβολή, ούτε το ύψος των επικουρικών συντάξεων που λαμβάνουν βάσει του υφιστάμενου συστήματος. Το χρηματοδοτικό κενό που τυχόν προκύψει, θα καλυφθεί από τον προϋπολογισμό. Έχει δε υπολογιστεί ότι είναι απόλυτα διαχειρίσιμο, δεδομένου ότι οι μελέτες που εκπονήθηκαν έδειξαν ότι το καθαρό κόστος που προκύπτει αν συνυπολογιστεί το κόστος της μεταρρύθμισης (56 δισ. ευρώ για το διάστημα 2022-2050) και το όφελος της μεταρρύθμισης (50 δισ. ευρώ για την ίδια περίοδο) είναι 6 δισ. ευρώ για μια περίοδο σχεδόν 50 χρόνων. Δηλαδή το λεγόμενο «κόστος μετάβασης» ανέρχεται ε 120 εκατ. ευρώ το χρόνο, τη στιγμή που η κρατική δαπάνη για συντάξεις κάθε χρόνο ανέρχεται στα 15 δις. ευρώ.
2. Για τους νέους ασφαλισμένους, υπάρχει η εγγύηση του Δημοσίου περί μη αρνητικής απόδοσης. Πιο συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο θα προβλέπει ρητά ότι κανείς δεν θα πάρει επικουρική σύνταξη χαμηλότερη από αυτή που αντιστοιχεί στις εισφορές που κατέβαλε συν τον πληθωρισμό, ακόμα και στην μάλλον απίθανη περίπτωση που οι επενδύσεις στις διεθνείς αγορές δεν πάνε καλά. Πράγματι, η εμπειρία χωρών όπου κεφαλαιοποιητικά ασφαλιστικά συστήματα λειτουργούν για μεγάλα χρονικά διαστήματα δείχνει ότι η εγγύηση αυτή δεν θα χρειαστεί να ενεργοποιηθεί
Ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστής Χατζηδάκης δήλωσε: «Με την κατάθεση του νομοσχεδίου «Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση» για τη νέα γενιά» υλοποιούμε μια ακόμα προεκλογική μας δέσμευση. Παρεμβαίνουμε στο σκέλος της επικουρικής ασφάλισης –σε συνέχεια της παρέμβασης στις κύριες συντάξεις με το ν. 4760/2020- , με στόχο να αυξήσουμε τις επικουρικές συντάξεις των νέων εργαζομένων, με πλήρη διασφάλιση των επικουρικών συντάξεων του υφιστάμενου συστήματος. Ακολουθούμε και σε αυτό το πεδίο τις καλές πρακτικές ευρωπαϊκών χωρών, που επέδειξαν ταχύτερα αντανακλαστικά από εμάς στην επιδείνωση των δημογραφικών δεδομένων.
Τι ακριβώς κάνουμε ; Στην ουσία εφαρμόζουμε το σκανδιναβικό μοντέλο –προσαρμόζοντάς το στο καθ’ ημάς- , εισάγοντας βαθμιαία στοιχεία κεφαλαιοποιητικού συστήματος ή αλλιώς τον «ατομικό κουμπαρά» για τους νέους ασφαλισμένους. Με τη μεταρρύθμιση αυτή επιδιώκουμε –μεταξύ άλλων- να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη στο ασφαλιστικό σύστημα, δίνοντας τους έλεγχο πάνω στην επικουρική της σύνταξη. Να δημιουργήσουμε μια νέα κουλτούρα αποταμίευσης μέσα από τους «προσωπικούς κουμπαράδες» και να οικοδομήσουμε ένα αποθεματικό που θα επενδυθεί, οδηγώντας σε επιτάχυνση των ρυθμών ανάπτυξης, περισσότερες θέσεις εργασίας και αυξημένα έσοδα για το δημόσιο ταμείο. Και να ενισχύσουμε τη βιωσιμότητα του ευρύτερου ασφαλιστικού συστήματος , καθώς το δημόσιο και οι ασφαλισμένοι δεν θα βάζουν «όλα τα αυγά τους στο ίδιο καλάθι» για την κοινωνική ασφάλιση –μέσω του αμιγώς διανεμητικού συστήματος- όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα.
Το νομοσχέδιο «Ασφαλιστική μεταρρύθμιση για τη νέα γενιά» είναι μια αναγκαία παρέμβαση που απαντά στις ανάγκες των νέων και τις ανισορροπίες του ασφαλιστικού συστήματος, «κεφαλαιοποιώντας» την επιτυχημένη εμπειρία των ευρωπαϊκών χωρών. Ελπίζω ότι ο διάλογος που θα ακολουθήσει στη Βουλή θα φωτίσει τα οφέλη που θα προκύψουν».
Ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Πάνος Τσακλόγλου δήλωσε: «Μετά από επισταμένη μελέτη κι εργασία δέκα και πλέον μηνών σε νομοτεχνικό, αναλογιστικό και οικονομοτεχνικό επίπεδο, το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καταθέτει σήμερα στη Βουλή το νομοσχέδιο «Ασφαλιστική μεταρρύθμιση για τη νέα γενιά». Με αυτό αλλάζει την αρχιτεκτονική της επικουρικής ασφάλισης προκειμένου το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας να προσαρμοστεί κατάλληλα για την αντιμετώπιση των σοβαρών προκλήσεων που θέτουν η δημογραφική γήρανση του πληθυσμού, το μέγεθος της αδήλωτης εργασίας και το μοντέλο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Για τις ανάγκες του νέου επικουρικού συστήματος που προβλέπει τη σταδιακή μετατροπή του συστήματος των επικουρικών συντάξεων από διανεμητικό σε κεφαλαιοποιητικό, πρόκειται να συσταθεί ένα νέο δημόσιο ταμείο που θα διοικείται από πιστοποιημένους επαγγελματίες που θα επιλέγονται με αυστηρά αξιοκρατικά κριτήρια και ανοιχτές διαδικασίες επιλογής. Το νομοσχέδιο αποτελεί μια κυβερνητική πρωτοβουλία προνοητικής φύσης που βασίζεται σε καλές πρακτικές που εφαρμόζουν εδώ και δεκαετίες ευρωπαϊκά κράτη με αξιοζήλευτο κράτος πρόνοιας. Σχεδιάστηκε με επιστημονική επάρκεια για να εξασφαλιστεί η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των μελλοντικών συνταξιούχων, χωρίς να θίγει αυτό των τωρινών συνταξιούχων, να διασπείρει τους ασφαλιστικούς κινδύνους, να προωθήσει τις προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης της χώρας και να προάγει την εμπιστοσύνη των πολιτών και, ιδιαίτερα, της νέας γενιάς στο ίδιο το συνταξιοδοτικό σύστημα. Η συζήτηση και η ψήφιση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης από το κοινοβούλιο, μετά από τον εξαντλητικό κοινωνικό διάλογο που προηγήθηκε, θα αναδείξει τον εθνικό χαρακτήρα του ασφαλιστικού ζητήματος και την πρόθεση της κυβέρνησης να εξασφαλίσει στους νεότερους συμπολίτες μας ένα πιο ευοίωνο ασφαλιστικό μέλλον, εφαρμόζοντας αμφίδρομα την έννοια της διαγενεακής αλληλεγγύης».