«Οι ελληνικές τράπεζες έχουν μειώσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τακτοποιούν τους ισολογισμούς τους ενώ το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει πέσει αρκετά, ωστόσο υπάρχουν ακόμα δάνεια που πρέπει να τακτοποιηθούν» τόνισε κατά την διάρκεια του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών ο Andrea Enria, Επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Εποπτικού Μηχανισμού (SSM), EKT, το οποίο τελεί υπό την Αιγίδα της Α.Ε. της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Αναφερόμενος στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια τόνισε πως πέρα από το πρόγραμμα “Ηρακλής” σε άλλες χώρες έχουν λειτουργήσει αποτελεσματικά οι εταιρίες διαχείρισης διαθεσίμων. Κάλεσε δε τις ελληνικές τράπεζες να συνεχίσουν τη δουλειά και να ολοκληρώσουν τις συμφωνίες για την περαιτέρω μείωση των “κόκκινων” δανείων, σημειώνοντας ότι θα έχουν την στήριξη της ΕΚΤ.
«Έχουν επανέλθει οι ελληνικές τράπεζες στην αγορά, με εκδόσεις διαφορετικών εργαλείων και ομολόγων. Οι περισσότερες εκδόσεις πήγαν πολύ καλά, υπήρχε μεγάλο ενδιαφέρον επενδυτών για τις Ελληνικές τράπεζες» ανέφερε. Για την εταιρική διακυβέρνηση σημείωσε πως στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί. «Είδαμε μία ριζική αναδιάρθρωση το 2016, μία ανανέωση των ΔΣ». Σύντομα όπως είπε θα εκδοθεί ένας οδηγός που θα βοηθήσει στον καλύτερο έλεγχο των τραπεζών.
“Οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να βοηθήσουν στην επόμενη μέρα αρκεί να μπορούν να αξιολογούν τους πελάτες τους, ποιοι μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους”, ανέφερε ο κ. Enria. Τόνισε πως και την περίοδο της πανδημικής κρίσης η στήριξη των τραπεζών στην οικονομία δεν σταμάτησε. Υλοποιήθηκαν μέτρα, όπως είπε, που οδήγησαν τις τράπεζες να έχουν κεφαλαιακή επάρκεια. «Στην Ελλάδα τα δάνεια αναπτύχθηκαν κατά 10% το 2020 αλλά θα πρέπει να έχουμε καλά δάνεια για να αποφευχθεί στο μέλλον η δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων» πρόσθεσε. «Η πανδημία οδήγησε σε μία αλματώδη αύξηση των τεχνολογιών, αυτό αποτελεί στοίχημα και για εμάς και για τις τράπεζες» πρόσθεσε.
Τέλος, σχολίασε και τις ανησυχίες για μια απότομη έκρηξη του πληθωρισμού που έχουν αποτυπωθεί και στην αύξηση των επιτοκίων στα κρατικά ομόλογα, σημειώνοντας ότι σε κάποιο βαθμό “οι τράπεζες το ανέμεναν καθώς τα προηγούμενα χρόνια υπήρχε μια πίεση στα περιθώρια των επιτοκίων.