Μετά την ψήφιση της τροπολογίας για τους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς, διαμορφώνεται μια νέα πραγματικότητα για όλους τους εργαζομένους του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Και μπορεί ο εμβολιασμός να καθίσταται υποχρεωτικός μόνο για εργαζομένους σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων και για υγειονομικούς, ωστόσο θεσπίζεται γενική υποχρέωση για όλους τους εργαζομένους ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, να επιδεικνύουν στους εργοδότες τους το πιστοποιητικό εμβολιασμού, εφόσον διαθέτουν.

Όσοι έχουν νοσήσει από κορονοϊό και δεν έχουν εμβολιαστεί θα πρέπει να επιδεικνύουν το πιστοποιητικό νόσησης. Η υποχρέωση αυτή ισχύει για όλους τους εργαζομένους του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, ανεξάρτητα από το αν ισχύει ή όχι γι’ αυτούς ο υποχρεωτικός εμβολιασμός.

Έτσι καθιερώνεται για πρώτη φορά η υποχρέωση του εργαζομένου να ενημερώνει τον εργοδότη αν έχει εμβολιαστεί ή αν έχει νοσήσει το τελευταίο 6μηνο.

Η υποχρέωση ισχύει και στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα και ο εργοδότης ελέγχει το πιστοποιητικό εμβολιασμού μέσω της ειδικής ηλεκτρονικής εφαρμογής για κινητές συσκευές (mobile application) που θεσμοθετήθηκε πρόσφατα για τους ιδιοκτήτες επιχειρήσεων εστίασης, προβολής κινηματογραφικών ταινιών, κέντρων διασκέδασης κ.ά. Η υποχρέωση επίδειξης ισχύει έως τις 31/12/2021.

Τι συμβαίνει όμως αν ο εργαζόμενος αρνηθεί να επιδείξει το πιστοποιητικό εμβολιασμού;

Όπως επισημαίνουν εργατολόγοι, η διάταξη δεν προβλέπει συγκεκριμένη κύρωση για τον εργαζόμενο αν δεν εκπληρώνει τη νέα του υποχρέωση. Και το ερώτημα που γεννάται είναι αν νομιμοποιείται ο εργοδότης να απαγορεύσει την είσοδο στον εργαζόμενο που αρνείται να επιδείξει το πιστοποιητικό εμβολιασμού.

Αντίστοιχη ρύθμιση υπήρχε για τα self test, όπου η ΚΥΑ ρητά προέβλεψε την υποχρέωση του εργοδότη να μην απασχολεί εργαζόμενο με φυσική παρουσία στον χώρο δουλειάς, εφόσον αυτός δεν έχει προβεί σε δήλωση του αποτελέσματος του διαγνωστικού ελέγχου νόσησης από τον κορονοϊό Covid-19 (self test, rapid test ή PCR test).

Στην περίπτωση του πιστοποιητικού εμβολιασμού, ωστόσο, προβλέπεται η υποχρέωση της επίδειξης του πιστοποιητικού, χωρίς όμως συγκεκριμένες κυρώσεις για το αντίθετο.

«Ο εργοδότης δεν μπορεί να μην επιτρέψει στον εργαζόμενο που αρνείται να επιδείξει το πιστοποιητικό εμβολιασμού την φυσική του παρουσία στον χώρο δουλειάς, καθώς κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με έμμεση υποχρεωτικότητα του εμβολίου σε όλο τον ιδιωτικό τομέα, κάτι το οποίο δεν είναι επιτρεπτό με έμμεσο τρόπο να συντελεστεί, αλλά μόνο με ειδική διάταξη νόμου», παρατηρεί ο δικηγόρος-εργατολόγος Γιάννης Καρούζος. Ο ίδιος προσθέτει πως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ισοδυναμεί ακόμη και με πιθανή καταγγελία της σύμβασης εργασίας, καθώς ο εργοδότης αρνείται να αποδεχθεί τις υπηρεσίες του εργαζομένου. «Κάτι τέτοιο συνιστά άκυρη απόλυση», παρατηρεί ο κ. Καρούζος.

Αν και η μη επίδειξη του πιστοποιητικού εμβολιασμού από τον εργαζόμενο στον εργοδότη, ενώ υπάρχει πλέον νομική υποχρέωση, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως παράβαση της υποχρέωσης του εργαζομένου να παρέχει «με τον προσήκοντα τρόπο την εργασία του» –κάτι που θα μπορούσε να ανοίξει «παράθυρο» για αναστολή της σύμβασης–, κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται ρητά στη νέα διάταξη, οπότε εύλογα μπορεί να πει κανείς πως αν ο νομοθέτης ήθελε να προβλέψει κάτι τέτοιο, όφειλε να το γράψει ρητά στο νόμο.

Από την άλλη πλευρά, αν ο εργαζόμενος συνεχίζει να αρνείται να επιδείξει το πιστοποιητικό εμβολιασμού, τότε ο εργοδότης θα μπορούσε να του αλλάξει καθήκοντα, ιδίως αν έρχεται σε επαφή με το κοινό.

«Όπου υπάρχει γιατρός εργασίας, αυτός θα πρέπει να συμβουλεύσει τον εργαζόμενο», εξηγεί ο Γ. Καρούζος, σχολιάζοντας πάντως πως η διάταξη πάσχει σε αυτό το σημείο και δεν αποκλείεται να δημιουργήσει προστριβές ανάμεσα σε εργοδότες και εργαζομένους.

Τι προβλέπεται για όσους παραμένουν ανεμβολίαστοι

Νομικοί κύκλοι εκτιμούν πως η νέα ρύθμιση θα λειτουργήσει ως μοχλός πίεσης προς τους ανεμβολίαστους εργαζομένους, πολύ περισσότερο καθώς η απόλυση στον ιδιωτικό τομέα παραμένει αναιτιώδης.

Με τη νέα διάταξη ο εργοδότης μπορεί να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή ποιοι εργαζόμενοι είναι εμβολιασμένοι και ποιοι ανεμβολίαστοι και, αντιστοίχως, να ρυθμίζει το προσωπικό της επιχείρησής του. Σε κάθε περίπτωση, ο εργοδότης είναι εκείνος που θα αποφασίζει με ποιον τρόπο θα λειτουργήσει την επιχείρησή του.

Υπενθυμίζεται πως οι επιχειρήσεις που λειτουργούν μόνο με εμβολιασμένους εργαζομένους μπορούν να προμηθευτούν το αντίστοιχο σήμα από το υπουργείο Ανάπτυξης και να το αναρτήσουν σε εμφανές σημείο της επιχείρησής τους. Κάτι που σε συνδυασμό με τη νέα υποχρέωση του εργαζομένου να πληροφορεί για τον εμβολιασμό του αναμένεται να λειτουργήσει σωρευτικά, ως κεντρικός μοχλός πίεσης.

Θα χάνουν και ένσημα οι εργαζόμενοι που μένουν ανεμβολίαστοι;

Οι εργαζόμενοι που θα τεθούν σε αναστολή εργασίας θα έχουν απώλεια ενσήμων για το εν λόγω διάστημα και, όπως εκτιμούν νομικοί κύκλοι, ίσως αυτό οδηγήσει κάποιους εργαζομένους στο να εμβολιαστούν.

Τι θα γίνει με τα προσωπικά δεδομένα

Ο εργοδότης δικαιούται να έχει πρόσβαση στο πιστοποιητικό εμβολιασμού του εργαζομένου του, αλλά δεν μπορεί να τηρεί αρχείο. Δηλαδή επιτρέπεται μόνο η επίδειξη και η επαλήθευση του πιστοποιητικού μέσω της νέας ειδικής ηλεκτρονικής εφαρμογής για κινητές συσκευές (mobile application), αλλά δεν είναι επιτρεπτή η τήρηση αρχείου με στοιχεία, όπως πότε έγιναν η πρώτη και η δεύτερη δόση κ.λπ. Όπως αναφέρεται στη σχετική διάταξη νόμου, οι εργοδότες «προβαίνουν στην απολύτως αναγκαία επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται στα πιστοποιητικά ή τις βεβαιώσεις για τον σκοπό του ελέγχου της εγκυρότητας, της γνησιότητας και της ακεραιότητας αυτών. Απαγορεύεται, ύστερα από την ολοκλήρωση της διαδικασίας ελέγχου ή επαλήθευσης, η καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποθήκευση ή τήρηση αντιγράφων των πιστοποιητικών ή βεβαιώσεων ή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που εμφανίζονται κατά τη σάρωση».

Υποχρεωτικός εμβολιασμός και απολύσεις

Ενώ για τον δημόσιο τομέα προβλέπεται αντικατάσταση του προσωπικού που δεν εμβολιάζεται με άλλους εργαζομένους οι οποίοι προσλαμβάνονται με τρίμηνες συμβάσεις, κάτι αντίστοιχο δεν προβλέπεται για τον ιδιωτικό τομέα. Επίσης η διάταξη δεν ορίζει ακριβώς το πότε μπορεί να επιστρέψει στην εργασία του ο ιδιωτικός υπάλληλος, ενώ στον δημόσιο τομέα προβλέπεται η επιστροφή 14 ημέρες μετά τη δεύτερη δόση.

Ειδικοί επισημαίνουν πως ένα ερώτημα που προκύπτει από τη διάταξη είναι το εξής:

Αν παρουσιαστεί δυσλειτουργία σε μια επιχείρηση –π.χ. σε ένα νοσηλευτικό ίδρυμα ή σε ένα γηροκομείο– εκ του λόγου ότι οι εργαζόμενοι που αρνούνται να εμβολιαστούν είναι αναγκαίοι και η αντικατάστασή τους με συμβασιούχους ορισμένου χρόνου δεν είναι εφικτή, πότε νομιμοποιείται ο εργοδότης να τους αντικαταστήσει οριστικά, δηλαδή να τους απολύσει;

Υπενθυμίζεται πως η διάταξη της υποχρεωτικότητας αφορά τους πάντες, δηλαδή και το διοικητικό προσωπικό. Μάλιστα δεν προβλέπεται η δυνατότητα του εργοδότη να απασχολήσει τους ανεμβολίαστους (νοσηλευτές κ.λπ.) σε διαφορετικά καθήκοντα (back office) ή με το σύστημα της τηλεργασίας (εφόσον αυτό είναι εφικτό). Αυτό, όπως λένε εργατολόγοι, ίσως αποτελέσει πάτημα για κάποιον εργοδότη, στην περίπτωση που προκύψει δυσλειτουργία της επιχείρησής του, ώστε να απομακρύνει τους εργαζομένους οριστικά από την επιχείρησή του, δηλαδή να τους απολύσει.

Τι ισχύει για τις συμβάσεις αορίστου χρόνου

Υπάρχουν, πάντως, ήδη νομικοί που υποστηρίζουν ότι, για τους εργαζομένους με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, η απόλυση ως κύρωση είναι παράνομη.

Ο εργοδότης:

  • μπορεί να χορηγήσει συμβατική άδεια, ώστε ο εργαζόμενος να σκεφτεί το ενδεχόμενο του εμβολιασμού και
  • μπορεί να προβεί σε αλλαγή καθηκόντων στις περιπτώσεις που ο εργαζόμενος εκτίθεται σε αυξημένο κίνδυνο νόσησης του κορονοϊού, ή
  • μπορεί να εφαρμόσει σύστημα απομακρυσμένης εργασίας – τηλεργασίας, εφόσον είναι εφικτό
  • μπορεί να προχωρήσει ακόμα και στη μη καταβολή μισθού για το χρονικό διάστημα άρνησής του.

Όπως επισημαίνει ο δικηγόρος-εργατολόγος Γιάννης Καρούζος, «τα μέτρα αυτά είναι ηπιότερα της απόλυσης, η οποία δεν μπορεί να αποτελέσει κύρωση στην άρνηση του εργαζομένου. Μία τέτοια άποψη θα αποτελούσε αντικίνητρο στον εμβολιασμό, δημιουργώντας κοινωνικές αντιδράσεις. Μάλιστα, ο εμβολιασμός, θα μπορέσει να αποτελέσει και τυπικό προσόν πρόσληψης, όταν η θέση εργασίας συνδέεται με συγκεκριμένο και αντικειμενικό λόγο αυξημένης έκθεσης σε κίνδυνο νόσησης».

Τι ισχύει για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου

Στην κατηγορία των συμβάσεων ορισμένου χρόνου, ο νόμος προβλέπει τη δυνατότητα πρόωρης λήξης από τον συμφωνηθέντα χρόνο, για σπουδαίο λόγο. Όπως υποστηρίζει ο κ. Καρούζος, η σύμβαση ορισμένου χρόνου συνδέεται με συγκεκριμένα καθήκοντα και συγκεκριμένη διάρκεια. Η κατάρτισή της, δε, τις περισσότερες φορές κατατείνει είτε στην αντικατάσταση ενός εργαζομένου είτε στην κάλυψη πρόσκαιρων και έκτακτων αναγκών. Κατ’ αρχάς ο εργοδότης, σύμφωνα και με τα παραπάνω, έχει το δικαίωμα –λέει ο κ. Καρούζος– να απαιτήσει τον εμβολιασμό ως τυπικό προσόν πρόσληψης. Ο εργοδότης οφείλει να γνωρίζει κατά την κατάρτιση της συγκεκριμένης σύμβασης την αναγκαιότητα να αποκτήσει στις υπηρεσίες του εμβολιασμένο εργαζόμενο. Για αυτό και στο συγκεκριμένο χρονικό σημείο μπορεί να το απαιτήσει.

της Αμαλίας Κάτζου

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο