Καμία μελέτη ή αξιόπιστο σενάριο, που να κοστολογούν τις οικονομικές και χρηματοπιστωτικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη πανδημία και τις μεταλλάξεις του ιού, δεν υπάρχει μέχρι στιγμής. Υπάρχει μόνο η γενική διαπίστωση ότι και τα δύο αποτελούν πηγές κινδύνου παγκοσμίως, με υπαρκτό τον κίνδυνο να υποβαθμιστεί, λόγω της υγειονομικής κρίσης, η προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.

Σε επίπεδο ΕΕ, από τον Ιούνιο του 2020 η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αναφερόταν στην ανάγκη συνδυαστικής αντιμετώπισης των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και της πανδημίας, τονίζοντας ότι «η μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλού άνθρακα και η οικονομική ανασυγκρότηση μετά την Covid-19 πρέπει να οδηγούν σε μια πιο δίκαιη και βιώσιμη Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να μην αποτύχουν». Περίπου στο ίδιο μήκος κύματος είναι και η επισήμανση της Lancet Countdown (Παρακολούθηση της συσχέτισης μεταξύ δημόσιας υγείας και κλιματικής αλλαγής – ετήσια έκθεση 2020): «Οι πολιτικές αντιμετώπισης της πανδημίας και της κλιματικής αλλαγής δεν πρέπει να συγκρούονται και μακροπρόθεσμα θα έχουν τη μεγαλύτερη επιτυχία όταν είναι καλά ευθυγραμμισμένες».

Πώς μπορεί να γίνει εφικτό αυτό; «Τα προγράμματα ανάκαμψης προσφέρουν την ευκαιρία να ευθυγραμμιστούν στενότερα οι δημόσιες πολιτικές με τους κλιματικούς στόχους, περιορίζοντας τον κίνδυνο της επένδυσης σε υποδομές υψηλής έντασης άνθρακα ή δημιουργώντας υποδομές ανθεκτικότερες στην κλιματική μεταβολή», εκτιμά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) Γιάννης Στουρνάρας (διατύπωση σε παρελθούσα ομιλία του με τίτλο «Στοχεύοντας σε ένα νέο μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης για την Ελλάδα και την Ευρώπη»).

Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «ο μακροπρόθεσμος προϋπολογισμός της ΕΕ, σε συνδυασμό με το Next Generation EU (NGEU), ένα προσωρινό μέσο που σχεδιάστηκε για την τόνωση της ανάκαμψης, θα αποτελέσει τη μεγαλύτερη δέσμη μέτρων ανάκαμψης που έχει χρηματοδοτηθεί ποτέ στην Ευρώπη. Συνολικά, 2,018 τρισ. ευρώ σε τρέχουσες τιμές θα συμβάλουν στην ανοικοδόμηση της Ευρώπης μετά την πανδημία της Covid-19. Έτσι η Ευρώπη θα γίνει πιο πράσινη, πιο ψηφιακή και πιο ανθεκτική».

Έλλειψη δεδομένων

Από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), πάντως, τονίζεται ότι «η έλλειψη αξιόπιστων δεδομένων για τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους που σχετίζονται (μόνο) με το κλίμα αποτελεί επί του παρόντος πρόκληση (και ζητούμενο). Τα διαθέσιμα δεδομένα είναι ανεπαρκούς ποιότητας όσον αφορά την πληρότητα, τη διαθεσιμότητα ιστορικών πληροφοριών και την αντιπροσωπευτικότητα της μελλοντικής εξέλιξης. Ως εκ τούτου, καθίσταται πιο δύσκολη η μετατροπή των κινδύνων που σχετίζονται με το κλίμα σε χρηματοοικονομικούς κινδύνους και πιθανές ζημιές για τις τράπεζες». Αποτελέσματα των «τεστ αντοχής» δείχνουν ότι «ο κίνδυνος μετάβασης έχει σημαντικό αλλά συγκεντρωμένο αντίκτυπο στο τραπεζικό σύστημα, παρά τα πιστωτικά ανοίγματα, σε τομείς που δυνητικά επηρεάζονται από τον κίνδυνο μετάβασης και αντιπροσωπεύουν περίπου το 50% των συνολικών δανείων της ζώνης του ευρώ».

Πρώτη παγκόσμια προσπάθεια

Προς το παρόν, η «EU Taxonomy – Ταξονομία ΕΕ» είναι η πρώτη παγκόσμια προσπάθεια να οριστεί τι θεωρείται πραγματικά βιώσιμη οικονομική δραστηριότητα και να εξαλειφθεί το Green Washing ή αλλιώς το οικολογικό ξέπλυμα, η πράσινη (εξ)απάτη(ση). Πρόκειται για «ένα σημαντικό εργαλείο που χρησιμοποιείται για τον αναπροσανατολισμό των επενδύσεων προς περιβαλλοντικά βιώσιμες δραστηριότητες». Ο Κανονισμός Ταξινόμησης εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2020 ως μέρος του σχεδίου δράσης της ΕΕ για τη χρηματοδότηση της βιώσιμης ανάπτυξης (δημοσιεύθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Μάρτιο του 2018) και ορίζει: «τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί μια οικονομική δραστηριότητα για να χαρακτηριστεί ως περιβαλλοντικά βιώσιμη. Η ταξινόμηση της ΕΕ είναι μέρος της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Κομισιόν) για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας στην ΕΕ έως το 2050 και περιλαμβάνει έναν ανανεωμένο ενδιάμεσο στόχο για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030. Λίγο πριν από τον ερχομό του 2022, η Κομισιόν έδωσε στα κράτη-μέλη ένα κείμενο, προσχέδιο 60 σελίδων, που προκάλεσε τις αντιδράσεις διεθνών περιβαλλοντικών οργανώσεων, καθώς θεωρήθηκε ότι φέρνει από την κύρια πόρτα με «πράσινο φερετζέ» την πυρηνική ενέργεια, κορυφώνοντας τη διαμάχη στους κόλπους της ΕΕ, βλέπε Γαλλία – Γερμανία, και στους πέριξ αυτών των δύο.

Εκτιμήσεις ΕΚΤ

Βάσει εκτιμήσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, «μόνο το 1,3% των αγορών ομολόγων και μετοχών της ΕΕ, που αντιστοιχεί σε 290 δισεκατομμύρια ευρώ, χρηματοδοτεί σήμερα δραστηριότητες ευθυγραμμισμένες με την ταξινόμηση για τον στόχο του μετριασμού της κλιματικής αλλαγής. Ταυτόχρονα, περίπου το 15% της αγοράς χρηματοδοτεί επί του παρόντος «επιλέξιμες» δραστηριότητες, δηλαδή δραστηριότητες που θα μπορούσαν να γίνουν πράσινες, αλλά δεν υπάρχουν ακόμη. Συγκεκριμένα μια δραστηριότητα θεωρείται ότι συμβάλλει ουσιαστικά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής «εάν συμβάλλει ουσιαστικά στη διατήρηση της μέσης παγκόσμιας αύξησης της θερμοκρασίας από τα προβιομηχανικά επίπεδα σε κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου (με τη φιλοδοξία να διατηρηθεί στους 1,5 βαθμούς Κελσίου, όπως ορίζεται στη Συμφωνία του Παρισιού )».

Έκθεση επενδυτών

Μεταξύ των δραστηριοτήτων, περιλαμβάνονται και ορισμένες που είναι ιδιαίτερα επιβλαβείς. Η έκθεση των επενδυτών σε δραστηριότητες αυτού του τύπου, καθώς και σε εκείνες γενικά που σχετίζονται με τα ορυκτά καύσιμα, ενέχει τον λεγόμενο μεταβατικό κίνδυνο. Ο κίνδυνος μετάβασης για τα ανοίγματα αυτά υπολογίζεται σε περίπου 5% συνολικά.

Η έκθεση των επενδυτικών χαρτοφυλακίων θεσμικών επενδυτών στον κίνδυνο μετάβασης «σε απόλυτες τιμές αντιστοιχεί σε περίπου 570 δισεκατομμύρια ευρώ για τα επενδυτικά κεφάλαια, 74 δισεκατομμύρια ευρώ για τις τράπεζες και 223 δισεκατομμύρια ευρώ για τους ασφαλιστές και τα συνταξιοδοτικά ταμεία μαζί – εξετάζοντας μόνο τις κατοχές τους σε μη χρηματοοικονομικά εταιρικά ομόλογα και μετοχές» .

Συνολικά, «τα πρόσθετα πράσινα ομόλογα και δάνεια ανέρχονται στο 10% των εκκρεμών ομολόγων και δανείων, με ακόμη μεγαλύτερες δυνατότητες ανάπτυξης για την πράσινη χρηματοδότηση σε συγκεκριμένους οικονομικούς τομείς». Οι εκτιμήσεις εμπειρογνωμόνων (ΕΚΤ) δείχνουν ότι «η έκδοση ομολόγων και ο δανεισμός θα μπορούσαν να αυξηθούν έως και 25% στον τομέα κοινής ωφέλειας, λόγω της αυξημένης προσφοράς πράσινων χρηματοδοτικών μέσων. Σε αυτόν τον τομέα, μόνο 165 δισ. ευρώ σε εκκρεμή ομόλογα υποστηρίζουν επί του παρόντος πράσινες δραστηριότητες, ενώ θα χρειαζόμαστε άλλα 106 δισ. ευρώ κάθε χρόνο. Στον ενεργοβόρο μεταποιητικό τομέα υπολογίζονται 30 δισεκατομμύρια ευρώ σε εκκρεμή ομόλογα ευθυγραμμισμένα με την ταξινόμηση, ενώ οι πρόσθετες ανάγκες ανέρχονται σε 14 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Οι πράσινες χρηματοοικονομικές ροές αναμένεται να αυξηθούν πολύ περισσότερο στους τομείς των μεταφορών (8 δισ. ευρώ έναντι 48 δισ. ευρώ ετησίως) και των κτιρίων (90 δισ. ευρώ έναντι 224 δισ. ευρώ ετησίως). Τα βιώσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα –όπως πράσινα, βιώσιμα και συνδεδεμένα με τη βιωσιμότητα ομόλογα και ταμεία περιβαλλοντικής, κοινωνικής και διακυβέρνησης (ESG)– εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 10% των αντίστοιχων αγορών τους στη ζώνη του ευρώ». Το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «να εκδώσει έως και 250 δισεκατομμύρια ευρώ πράσινων ομολόγων μεταξύ 2021 και 2026 ως μέρος του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ, NextGeneration EU, θα επεκτείνει περαιτέρω αυτές τις αγορές».

Οικολογικό σήμα

Η εισαγωγή ενός προτύπου πράσινων ομολόγων της ΕΕ «θα καταστήσει δυνατό τον εντοπισμό εκείνων των πράσινων ομολόγων που χρηματοδοτούν μόνο δραστηριότητες ευθυγραμμισμένες με την ταξινόμηση. Το οικολογικό σήμα της ΕΕ θα απονεμηθεί στα χρηματοοικονομικά προϊόντα λιανικής με τις καλύτερες περιβαλλοντικές επιδόσεις, όπως τα επενδυτικά κεφάλαια, λαμβάνοντας επίσης υπόψη το μερίδιο των υποκείμενων επενδύσεων σε δραστηριότητες ευθυγραμμισμένες με την ταξινόμηση».

Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη δέσμη μέτρων της Βιώσιμης Χρηματοδότησης και Ταξινομίας της ΕΕ, που ήρθε για να ξεκαθαρίσει το επενδυτικό τοπίο, αντιμετωπίζει αντιδράσεις όχι μόνο από διεθνείς περιβαλλοντικές οργανώσεις αλλά και μεταξύ κρατών-μελών σε ό,τι αφορά τα κριτήρια ένταξης του φυσικού αερίου και των πυρηνικών ως πράσινων επενδύσεων. Ομάδα χωρών με επικεφαλής τη Γαλλία (διαθέτει τους περισσότερους πυρηνικούς σταθμούς εντός ΕΕ) τάσσεται υπέρ της πυρηνικής ενέργειας για παραγωγή ηλεκτρικής, ενώ υπέρ του φυσικού αερίου τάχθηκαν κυβερνήσεις στη νότια και ανατολική Ευρώπη, με τους Γερμανούς να ηγούνται της θέσης αυτής, για λόγους δικών τους συμφερόντων.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, τελευταία έρευνα της ΕΥ (Sixth Global Institutional Investor Survey, Νοέμβριος 2021), με τη συμμετοχή 320 θεσμικών επενδυτών από 19 χώρες, έδειξε ότι το 90% των ερωτηθέντων δίνει μεγαλύτερη σημασία σε κριτήρια ESG (Environmental, Social and Governance) από ό,τι πριν από την πανδημία.

Σωρευτικό κόστος για την Ελλάδα 701 δισ. ευρώ

Το Κέντρο Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης της Τράπεζας της Ελλάδος παρουσιάζει στο Μουσείο της Τράπεζας τη νέα περιοδική έκθεση με τίτλο: «Οικονομία και κλίμα: Handle with care». Η έκθεση περιγράφει «το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής και αναλύει τις οικονομικές του συνέπειες, εστιάζοντας στη χώρα μας. Συγχρόνως, αποσκοπεί στην ανάδειξη των κινδύνων, αλλά και των ευκαιριών που προκύπτουν από την κλιματική αλλαγή, η οποία αποτελεί πλέον βασική παράμετρο για τη χάραξη περιβαλλοντικών, κοινωνικών και οικονομικών πολιτικών». Η εκτίμηση της ΤτΕ για το προβλεπόμενο συνολικό σωρευτικό κόστος, έως το έτος 2100 για την Ελλάδα, παραμένει 701 δισεκατομμύρια ευρώ, το ίδιο από το 2011, όταν είχε παρουσιαστεί η έκθεση, καθώς μία δεκαετία μετά, καμιά σημαντική δράση για την ανάσχεση της κλιματικής κρίσης δεν έχει αλλάξει τα δεδομένα.

 

του Φίλη Καϊτατζή

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο